Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

Ή Νέα Τάξη κι ή Μάγισσα.

Ήρθαν στά μέρη μας οί Σταυροφόροι
στρατοί αόρατοι στρατοί πυρφόροι,
καινούργιες βάψανε παλιές παντιέρες,
νέες βαφτίζοντας παλιές ιδέες.

Τή Σκέψη τή μάγισσα ξανά κυνηγώντας,
σ' όποιο νού σταματήσει, σ' όποια ρούγα διαβεί,
τηλέμαχοι άπ' τά παράθυρα σαιτεύουν,
Σοφοί μέ τίς ορμήνειες τους στομώνουν.

Καινούργια ήθη καί Νέα Τάξη ξερνούν
σάν παλιά σκουριά ολόιδια,
άπ' τά παράθυρα τηλέμαχοι αλλόφρονες,
σ' όποιο νού άπ' τά κανάλια τους περνάει.

Εξουθενωμένοι αυτόχειρες στών παραθύρων
τό περιδιάβασμα,δούλοι από φρόνημα,
οί ιθαγενείς τής χώρας τού καναπέ,
στής Μάγισσας τό κάψιμο αλλαλάζουν.

Τό ξεροκόμματο πού έφαγαν αναθεματίζουν,
τό γείτονα πού απομένει όρθιος εγκαλούν,
στή Νέα Τάξη στά νέα ήθη νά στοιχηθεί,
μήν τούς χαλάσει τίς αλυσίδες.

Ήρθαν στά χρόνια μας οί Σταυροφόροι,
τού Ζόφους Άγγελοι καί προφεσόροι,
σωτήρες βάψανε τούς Εφιάλτες,
Ελπίδες βάφτισαν τίς αυταπάτες.

Προμηθεύς.


Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

Ό υπουργός κι ή Ζίμενς. [Δίκτυο υποταχτικών].

Ένα ποσό έχω καλά
στόν Παναμά κρυμμένο,
μακριά 'πο μάτια φθονερά
τό 'χω ασφαλισμένο.

Ωσάν αυτά πού συνηθούν
καί δίνουν οί εταιρείες,
π' άπ' ένα γιάπη Γερμανό
τό πήρα γιά μπαξίσι.

Θυμάμ' ώς τώρα νά 'τανε
τό διευθυντή τής Ζιμενς,
πού έμοιαζε πολύ καλά
νά ξέρει τί γυρεύει.

Κρατώντας τήν επιταγή
καί τό στυλό στό χέρι,
νά λέει μέ σταθερή φωνή
τά παρακάτω λόγια.

Τούτο τό έργο πού ζητώ
σ' εμένα νά τό δώσεις,
κι άλλοι πολλοί στά σίγουρα
θά στό 'χουνε ζητήσει.

Κι όλοι τό ξέρουν πώς αυτός
πού θέλει νά τό πάρει,
μέ δωρεές τόν υπουργό
θά πρέπει νά τουμπάρει.

Δέν ξέρω μόνο τί ποσό
έχουν αποφασίσει,
όμως σού δίνω 'γώ διπλό
καί τρίδιπλο μπαξίσι.

Ετούτο τό μπαξίσ' εδώ
θά πρέπει νά τσεπώσεις,
καί μή νομίζεις πώς εσύ
τόν κόσμ' αυτό θά σώσεις.

Μ' αυτό πλουτίσαν υπουργοί
πολλοί καί βουλευτάδες,
μή σέ γελούν μ' ένα μισθό
πώς γίνανε λεφτάδες.

Μ' αυτό παίρνουμε τίς δουλιές
έτσι μεγαλουργούμε,
ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΟ ΥΠΟΤΑΧΤΙΚΩΝ
έτσι δημιουργούμε.

Ένα ποσό έχω καλά
στόν Παναμά κρυμμένο,
πού ιδιοτέλεια μ' έκανε
καί τό 'βαλα στήν τσέπη.

Έτσι τό Έθνος δέν μπορώ
πλέον νά περισώσω,
καί σ' ότι μού ζητήσουνε
θά πρέπει νά ενδώσω.